Πέμπτη 1 Απριλίου 1993

ΓΙΑ ΜΙΑ PRODIGAL ΜΟΥΣΤΑΛΕΥΡΙΑ

ΜΕΡΟΣ Α'



Μια μέρα η μοίρα μού έφεξε και βγήκα στα σκοτάδια,
έγινε ροζ η θάλασσα κι η στράτα μου καρό,
κι είδα τι κάνουν οι άνθρωποι στα σπίτια τους τα βράδια
και πίστεψε, στ' ορκίζομαι στη βράκα που φορώ:

Κλώτσησα εγώ την τύχη μου κι η τύχη μου εμένα,
φανέρωσε η μάγισσα κορόμηλο για γιο.
Η πίτα τώρα είναι ζεστή και τα σκυλιά δεμένα, 
εδώ είν' ο τόπος που γελούν τα κούμαρα δυο-δυο.

Τι να τον κάνω τον χαλβά αφού δεν έχω δόντια;
Βούλιαξε ένα βάσανο σε μια γουλιά κρασί.
Η αγάπη σου εναντίον μου πήρε μέτρα δρακόντεια
κι έτσι κι εγώ ναυάγησα σ' ένα έρημο νησί.

Γιατί να ψάχνω για λεφτά και πάντα να μη βρίσκω;
Παράξενα που γίνονται σε τούτη τη γωνιά!
Μού 'ρθε μια ωραία έμπνευση και γύρισα έναν δίσκο
και έδεσα τη μοίρα μου μα έκοψα τα σκοινιά.

Μήπως δεν έπρεπε όλα αυτά να σας τα ιστορήσω;
Μη μου τη δίνετε, παιδιά, θα γίνετε ψητοί!
Η ώρα τώρα πέρασε και δεν γυρίζει πίσω,
είμαστε όλοι μας τρελοί μα είμαστε λυτοί.

ΜΕΡΟΣ Β'




Ξημέρωσε πριν δυο λεπτά μα είναι ακόμα νύχτα
κι ένα άσπρο σφουγγαρόπανο γέμισε μελανιές.
Σκίσε επιτέλους τα λεφτά και στα σκουπίδια ρίχτα,
ο κόσμος είναι άθλιος, δικέ μου, τι τα θες!

Στης Μάνης τα ψηλά βουνά βόσκουνε αγελάδες.
Πότε θα φύγεις για να 'ρθω πάνω σ' ένα κανό;
Δώρο μου φέρανε προχτές μια κούτα λεμονάδες.
Πατέρα έχω τον δρόμο μου και σοβατζή νονό.

"Λησμόνησα, καμάρι μου, πως ήθελες και προίκα!
Οι γίδες και τα πρόβατα μιλάνε σοβαρά!
Αν δε σου κάνω, άσε με και πάρε τη Λιλίκα!"
ο δάσκαλος εφώναξε με περισσή χαρά.

Κιτρίνiσα απ' το φόβο μου σαν είδα μελιτζάνες,
η μέρα ξύπνησε από κει και σκόνταψε από 'δω, 
έπεσε η κόρη στα νερά κι ο γιος στις πρασινάδες
και βγήκα στο παράθυρο για να σε ξαναδώ.

Μοναχογιός που μού 'τυχε! Φτου να μην τον ματιάσω!
Τα πόδια μου είναι πράσινα, κι η νύχτα λέει yes sir!
Έπαιξα χτες αργά χαρτιά, μα έχασα τον άσο,
έκλεισα το τηλέφωνο και γίνηκα σωφέρ.


Από την ποιητική συλλογή "Κοινοπραξίες και Υπόθετα", εκδόσεις ΧΑΛΙΜΑ, 1993

ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΕΦΟΔΟΣ

Βόμβες χιλίων κιλοβάτ ραγίσαν την καρδιά μου και ένας επισμηναγός έπεσε στην ποδιά μου. Κι έκανε μία έφοδο ελεύθερη κι ωραία  στο αδειανό ψυ...